Έλενα Δαλάρα


    Facebook Google Twitter

    Συνάντηση 4η

    Ο ΔΙΑΒΟΛΟΜΠΟΥΚΗΣ

    Γεια σας παιδιά είμαι ο Διαβολομπούκης και είμαι το διαβολάκι των γραμμάτων. Μαζί μου θα ανακαλύψετε την χώρα της Δημιουργικής Γραφής που οι κάτοικοί της δεν είναι άλλοι από ... το ελληνικό αλφάβητο και τα σημεία στίξης. Εκεί θα βρείτε όλες τις λέξεις που μπορείτε να φανταστείτε. Επίσης μαζί μου θα φτιάξετε πολύ cool κόμικς και μυστηριώδη βιβλία. Τα υπόλοιπα είναι έκπληξη.

    Γεννήθηκα από τη μητέρα μου τη δραστηριότητα και από τον πατέρα μου το διάβασμα. Τους λατρεύω. Με έχουν πάει σε όλα τα φανταστικά μέρη της πόλης αλλά και μου έχουν δώσει πολλά πλεονεκτήματα όπως να παίζω ελεύθερα με τους φίλους μου. Αλλά είναι λίγο αυστηροί. Μένουμε όλοι μαζί περίπου στο κέντρο της πόλης σε ένα μεγάλο σπίτι με κήπο. 

    Λοιπόν, τώρα ας μιλήσουμε για την πόλη της Δημιουργικής Γραφής. Όλοι μπορεί να νομίζετε ότι είναι μια βαρετή και κουραστική πόλη αλλά δεν είναι έτσι, αντιθέτως είναι υπέροχη. Τα σπίτια της είναι φτιαγμένα από μολύβια και στυλό. Οι δρόμοι της είναι φτιαγμένοι από χαρτί και αυτοκίνητα δεν υπάρχουν. Όλοι χρησιμοποιούν τα χαρακοποδήλατα. Αντί για χρήματα αυτή η πόλη έχει σβήστρες και τα πάρκα και τα φυτά της είναι φτιαγμένα από πολύχρωμα χαρτόνια. Την φαντάζεστε;

    Τα συναισθήματα που θα νιώσετε είναι διάφορα και παράξενα. Συναισθήματα που δεν έχετε ξανανιώσει. Σκοπός μου είναι αυτά τα συναισθήματα που θα νιώθετε να φροντίζω να είναι πάντα θετικά για να γελάτε και να διασκεδάζετε περισσότερο. Κάπως έτσι αρχίζει το ταξίδι σας. 


    ~

    ΕΝΑ ΤΟΠΙΟ


    Είναι καλοκαιρινό απόγευμα και εγώ βρίσκομαι σε μια παραλία με ένα λευκό φουστάνι. Καθώς παρακολουθώ τη δύση του ηλίου, ένα απαλό αεράκι φυσάει τα κύματα και βρέχει τα πόδια. Ξαπλώνω στην άμμο και βλέπω τα χρώματα του ουρανού. Πετάω μια δυο πέτρες στο κρυστάλλινο νερό. Μα σιγά – σιγά ο ουρανός σκοτεινιάζει. Το φόρεμά μου έχει βραχεί. Περπατάω στην ακτή. Μα ξαφνικά νιώθω την ανάγκη να βουτήξω. Μέσα στο νερό βλέπω τα ψάρια και βλέπω και ένα κοχύλι. Το μαζεύω. Βγαίνω έξω. Δεν κρυώνω γιατί έχει ζέστη ακόμη η παραλία. Περπατάω λίγο ακόμα στην παραλία ώσπου έχω στεγνώσει. Εκεί αντικρίζω μια κούνια πάνω σε ένα δέντρο. Ανεβαίνω πάνω της και κουνώντας το σώμα μου κλείνω τα μάτια μου και το μόνο που κάνω είναι να μυρίζω το καλοκαιρινό αεράκι και τα κύματα. Πηδάω στην αμμουδιά και ξανά - ξαπλώνω. Κοιτάω τα σύννεφα ξανά και νιώθω ότι θα έρθουν και θα με πάρουν μαζί τους. Μετά φεύγουν και παίρνουν μαζί τους το φως. Ακούω την φωνή της μαμάς μου μα δεν θέλω να φύγω. Κρύβομαι πίσω από έναν φοίνικα. Την βλέπω που με ψάχνει. Τη ξαφνιάζω και τότε ο μπαμπάς με παίρνει και με ξαναπετάει στη θάλασσα και έρχεται κι αυτός. Εγώ κάνω ένα μακροβούτι και ακουμπάω το βυθό της θάλασσας. Μα ξαφνικά συνειδητοποιώ ότι μου έχει πέσει το κοχύλι μου. Το ξαναπαίρνω μα αυτή τη φορά θα το δώσω στην μαμά μου. Βγαίνω από το νερό το ίδιο και ο μπαμπάς μου. Καθώς σκουπιζόμαστε με την πετσέτα που κρατούσε η μαμά μου χαράζω με ένα ξύλο το όνομα. Όμως το χαλάει το κύμα.


    ~

    Συνάντηση 12η




    Αν ήμουν νερό, θα ήθελα να ακούσω
    Τη φύση, τα πουλιά, ακόμη και μικρά παιδιά
    Να παρασύρω μαζί μου του βυθού τα καμώματα
    Μέσα στης πόλης την ζωή.



    Αν ήμουν η γη, θα ήθελα να νιώσω
    Τα σύννεφα, τον ουρανό τον ήλιο τον μακρινό
    Που με κοιτάει χαμογελαστά και μου γνέφει
    Από της νύχτας το σκοτάδι να φύγω μακριά.



    Aν ήμουν φωτιά, θα ήθελα να δω
    Το βυθό της θάλασσας, τα έγκατα της γης 
    Κάτι που καμιά φωτιά δεν θα μπορούσε να δει
    Γιατί κατέστρεφε τα πάντα στο πέρασμα της.



    Αν ήμουν αέρας, θα ήθελα να αισθανθώ 
    Τις μυρωδιές, τις ευωδιές και τους πλανήτες
    Πράγματα μακρινά, που δεν μπορώ να φτάσω
    Μα αν μπορούσα θα πήγαινα με χαρά.

    Leave a Reply